Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

ΑΡΝΗΣΗ

Στὸ περιγιάλι τὸ κρυφὸ  κι ἄσπρο σὰν περιστέρι  διψάσαμε τὸ μεσημέρι·  μὰ τὸ νερὸ γλυφό. Πάνω στὴν ἄμμο τὴν ξανθὴ  γράψαμε τ' ὄνομά της  ὡραῖα ποὺ φύσηξεν ὁ μπάτης  καὶ σβήστηκε ἡ γραφή. Μὲ τί καρδιά, μὲ τί πνοή, τί πόθους καὶ τί πάθος  πήραμε τὴ ζωή μας· λάθος!  κι ἀλλάξαμε ζωή.

Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾶ

Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾶ δὲ μᾶς δροσίζει  κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια  κι ὅλο τριγύρω ἀνήφοροι στὰ βουνά· μᾶς βαραίνουν  οἱ φίλοι ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς νὰ πεθάνουν.

Νυκτερινή Μαρία

Τὴν ἑπομένη ἀκριβῶς τοῦ θανάτου μου, ἤ μᾶλλον τῆς θανατώσεώς μου, πῆρα νά διαβάσω ὅλες τίς ἐφημερίδες, γιά νά μάθω όσο τό δυνατόν περισσοτέρας λεπτομερείας ὡς πρός τά τῆς ἐκτελέσεώς μου. Φαίνεται ὅτι ὁδηγήθην εἰς τὸ ἰκρίωμα ὑπὸ αὐστηρᾶς συνοδείας. Φοροῦσα, λέει, κιτρίνου χρώματος ἐπενδύτην, δικτυωτόν λαιμοδέτην καί περικεφαλαίαν. Τα μαλλιά μου ήτανε όμοια μέ βούρτσα, ἴσως μπογιατζῆ, ἴσως πιτυοκάμπτη. Κατόπι πετάξανε τό πτώμα μου μακριά, σ᾿ ἕνα βαλτοτόπι, ὅπου ήτανε ἄλλοτε λημέρι τοῦ γάλλου Καρτεσίου κι᾿ ὅπου βρισκόταν ἐπίσης, χρόνια τώρα, βορά τῶν ὀρνέων καί μιᾶς Ιεροδούλου λεγομένης Ευτέρπης, τόπλ ἔνδοξο πτῶμα τοῦ ἀειμνήστου Καραμανλάκη. Κι' ἐνῶ πολλά ἐλέγοντο ἱεροκρυφίως, ὅτι κατὰ τὴν ἐποχήν ἐκείνην εὕρισκόμουνα, κατ᾿ ἄλλους μέν στο Μαρακαίμπο τῆς Νοτίου ᾿Αμερικῆς, κατ᾿ ἄλλους δέ στόν Πειραιά, στο Πασσά Λιμάνι, ἐγώ βρισκόμουνα ἁπλούστατα στὸ Ἑλμπασσάν (τῆς ᾿Αλβανίας). Καί τό μόνο πρᾶμα τῆς προκοπῆς, πού ἔτυχε να διαβάσω ἐκεῖνες τίς ἡμέρες, ἤτανε μιά μακροσκελεστάτη ἐπιστολή τοῦ Ἰ...

ΑΙΘΟΥΣΑ ΑΝΑΜΟΝΗΣ

Πῶς ἄλλο πιὰ νὰ ζεῖς ἀνάμεσα σ' ἀνθρώπους ποὺ πέθαναν πρὶν τὴν ὥρα τους; Πῶς ἄλλο πιὰ νὰ περιμένεις μὲ νεκροὺς ποὺ ἀρνιοῦνται ὅτι κάποτε εἶχαν ζήσει; Γενάρης '70    

ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΣ ΧΡΟΝΟΣ

Νομίζαμε πὼς γνωριζόμαστε καλά.  Μὰ ὅταν τὰ κουρασμένα ροῦχα μας ἀρχίσανε νὰ πέφτουν  χωρὶς προσχήματα οὔτε ἀνταλλάξιμη παραφορὰ  καὶ μεῖναν τὰ κορμιά μας ἀπροσποίητα φάνηκε καθαρὰ πόσο μακρὺς ἦταν ὁ δρόμος πόσο ἦταν ὁ χρόνος μας πολιορκημένος, κι ἐμεῖς δυὸ ἄνθρωποι συνηθισμένοι, περίπου ἀπροσπέλαστοι. Παρίσι, Μάρτης 1962  

ΙΑΣΗ

Γιὰ μιὰ στιγμὴ ἕνας πέπλος ἀπὸ ἥλιο θὰ τὰ σκεπάσει ὅλα κι ὅλα θὰ γιάνουν κάτω ἀπὸ τῶν ματιῶν σου τὴ φεγγοβολή.  Ἀκόμα καὶ τοῦ κορμιοῦ σου τὸ ἄρωμα γιατρεύει. ᾿Αθήνα, Μάης 1959    

Διηγήσεις

Τ' ἀσήμαντα ποὺ ζοῦμε τώρα πρὶν κὰν ἀκόμα ὑπάρξουν μεταμορφώνονται σὲ παρελθόν.  Ὅσα σπουδαῖα ζήσαμε ἐδῶ καὶ τόσα χρόνια ἔγιναν πιὰ θαμπὲς χρονολογίες ποὺ τὶς ἐπαναφέρουμε σὲ διηγήσεις κάθε φορὰ καὶ πιὸ ἀλλοιωμένες. Τῆς μακρινῆς μας νιότης ἱστορίες ἔνδοξες καὶ κουραστικές γιὰ κείνους ποὺ βαριοῦνται τὰ λόγια τῶν παλιότερων.