Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ

Certes, l'artiste désire s' élever.... mais l'homme doit rester obscur.
PAUL CÉZANNE

Ο Ιταλός πυροτεχνουργός έχει εγκαταστήσει τό λιτό κι' ἀπέριττο, τό φτωχικό εργαστήριό του, ἐπί τῆς κορυφῆς τοῦ ἀττικοῦ λόφου. Ἐκεῖ ἀσχολεῖται νυχθημερόν μέ τά ἄπειρα πειράματά του καί μέ τήν παρασκευή τῶν διάφορων προϊόντων τοῦ ἐπιτηδεύματός του : βαρελότα, χαλκούνια, καί ἄλλα «μαϊτάπια». Γιατί αὐτός εἶναι πού προμηθεύει τους πανηγυριστάς τις παραμονές τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἀλλά κι' αὐτός εἶναι, πάλι, πού, τίς νύχτες τῶν ἐθνικῶν ἐπετείων, διακοσμεῖ τοὺς οὐρανούς μας μέ λογής-λογής φανταχτερά λουλούδια, μ' ἐκθαμβωτικά πλουμιά καί μέ ταχύτατες ρουκέττες πού καταλήγουν σε μυριόχρωμη βροχή ἀπό σπίθες. Σπανίως εγκαταλείπει τό ἔργον, ὅμως, τα βράδυα, ἐνίοτε, περιφέρει τή σακατεμένη κι' ἀλαμπουρνέζικη σιλουέττα του, ἀπό καπηλειό σε καπηλειό, χρησιμοποιώντας, κατά προτίμηση, τά σκοτει νότερα στενά τῆς ἀγορᾶς. Τό ἐπάγγελμά του εἶναι ἄκρως ἐπικίνδυνο : πυρίτις, κι᾿ ἔσθ' ὅτε δυναμίτις, εἶναι ἡ πρώτη ύλη τῶν ἐργοχείρων του. Η παραμικρή ἀπροσεξία ἀρκεῖ κι' ἐπέρχεται ἡ τρομερά καταστροφή : μέσα σέ ἐκκωφαντικό κρότο τινάζονται στο καθαρό πρωϊνό καί τό ἐργαστήρι κι' ὁ πυροτεχνουργός μαζί, καί βλέπομε να στριφογυρνούν ψηλά στον αέρα, ώρες, κι' ὁ Ιταλός καί τά σανίδια τῆς μπαράγκας και πηχτά σύγνεφα σκόνης, ἐνῶ μιάν έντονη μυρωδιά μπαρούτης ἁπλώνεται παντοῦ.
 
Όμως ποτέ δέν ἐπέρχεται τό μοιραῖον, γιατί ὑπάρχει κ ά τ ι. Ένα μ υσ τ ι κ ό. Κι' αὐτό τό μυστικό εἶναι ἁπλούστατα ἡ σ ύ ζ υ γ ο ς που γ ρ η γ ο ρ ε ῖ. Πράγματι, ἡ γυναίκα του, δική μας : εὐλαβική κι᾿ ὀρθόδοξος χριστιανή, ξημεροβραδιάζεται στίς ἐκκλησιές, καί κάνει βαθειές μετάνοιες, κι' όλο προσεύχεται για δαύτονε. Κι' ἔτσι τονέ κρατά στή ζωή.

Μάλιστα, κάτω στην χαράδρα πού περιβάλλει τόν ἀττικό λοφίσκο, ἐκεῖ, ἡ μαύρη, ἔχει σπείρει τον κόσμο μ' ἀναρίθμητα προσκυνητάρια, τα περισσότερα μαρμάρινα, ἄλλα ταπεινότερα, ὅμως ὅλα μέ εἰκόνα Θεοτόκου ἢ ἄλλου ἁγίου, κι' ὅλα μέ μια θυρίδα, γιά τά λεφτά. Κάθε τόσο συλλέγει υπομονετικά τα χρήματα, καί τό μεγαλύτερο μέν μέρος διαθέτει γι' ἀγαθοεργούς σκοπούς, ἐνίσχυση απόρων, ἀνακούφιση ἀσθενῶν, ἀποπεράτωση ἐκκλησιῶν, κι' ἕνα ἄλλο μέρος τό φυλᾶ προσεκτικά, καθώς σκοπεύει μ' αὐτό, ἐν καιρῷ, ν' ἀνεγείρη ἐκκλησία τιμωμένη μέ τ' ὄνομα τῆς ῾Αγίας Αικατερίνης.

(Πιό πέρα, στη χαράδρα, κάποιος έχει εγκαταστήσει κυψέλες, μελισσιών, σ' ένα χωράφι, καί, πιό πέρα ἀκόμη, μέσα σε περιβόλι, εἶναι τά ἐρείπια μισοχτισμένου αρχοντικού).

Αὐτή ἡ ἱστορία τοῦ Ἰταλοῦ εἶναι κι' ἡ ἱστορία ἡ δικιά μας, Ελένη. Δέν εἶμαι ἐγώ ὁ πυροτεχνουργός ; Τα ποιήματά μου δέν εἶναι Πασχαλινά χαλκούνια, κι' οι πίνακές μου καταπλήσσοντος κάλλους νυχτερινά υπέρλαμπρα μετέωρα τοῦ ᾿Αττικού οὐρανοῦ; Κι' όμως, ἐάν ἀκόμη δεν με κατασπαράξανε ἀλύπητα, να πετάξουνε τις σάρκες μου στα σκυλιά, αὐτό δέν τό χρωστάω σ' ἐσένα, στη μεγάλη στοργή σου καί στήν ἀγάπη σου ; Το ξέρω, μή μοῦ τό κρύφτεις, τό ξέρω σοῦ λέω : π ρ ο σ ε ύ χ ε σ α ι για μένα !

Μάζευε τὰ λεφτὰ τῶν προσκυνηταρίων μας και σκόρπας, με τ' άγια λευκά σου χέρια, το καλό παντού. Όμως κράτα ένα μέρος, να συγκεντρώσωμε, κι' ἐμεῖς, λίγο-λίγο ένα ποσό, για ν' ἀνεγείρουμε μιὰν ἐκκλησιά αφιερωμένη στην Βασίλισσα του είχε τ' όνομά σου. Εκεί μέσα, σ' αὐτήν τήν ἐκκλησία θέ νὰ σὲ παντρευτώ. Γιατί είσαι ωραία, ἔχεις τήν πιό εὐγενική τ' υπερήφανη ψυχή, καί σ' αγαπώ παράφορα.



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βουτιά

Κυκλοφορεί στο μυαλό σου Όπως τότε που βουτούσες στα βαθιά για να βγάλεις αχινούς Και δεν άκουγες τίποτα κάτω από το νερό Ήξερες μόνο ότι αυτός ο αχινός είναι για εκείνη    

ΑΙΘΟΥΣΑ ΑΝΑΜΟΝΗΣ

Πῶς ἄλλο πιὰ νὰ ζεῖς ἀνάμεσα σ' ἀνθρώπους ποὺ πέθαναν πρὶν τὴν ὥρα τους; Πῶς ἄλλο πιὰ νὰ περιμένεις μὲ νεκροὺς ποὺ ἀρνιοῦνται ὅτι κάποτε εἶχαν ζήσει; Γενάρης '70    

Ο ΣΕΒΑΧ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ

tu autem eras interior intimo meo et superior summo meo ΙΕΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ *Εξαιολογήσειος Βιβλ. τρίτο, VI. I είν' ἡ ψυχή μου συχνά ένα σοκάκι στή Μύκονο  σὰν ἄρχει κατι νά βραδιάζη  καί πιάνουν οἱ γυναῖκες καί τοποθετούν ἐρωτικά χάμω στο δρόμο σε σχήματα γεωμετρικά μονάχοντα όλο μπλέ γυαλιά – μπλέ ποτήρια  μπλέ καράφες πόθους μπλέ βιολιά  λουλούδια  χαλίκια όλα  ἀπό μπλέ γυαλί – μακριά ἀπ' τόν ἥλιο  πάνω στό χώμα στο δρόμο  ἀπ' ὅπου πέρασ᾽ ὁ ἥλιος καί δέν πρόκειται – άλλωστε – νά ξαναπεράση πιά τότες εἶν᾿ ἀκριβῶς ἡ ὥρα  ὅπου κι᾽ ἐγώ περνῶ ἀπαλά τό χέρι  στή βάση τοῦ κρανίου μου  καί τό βυθίζω ἀπότομα  — βαθιά — μέσ' στο κεφάλι μου καί τραβῶ ἔξω το μυαλό μου καί στίβω ἤρεμα τή φαιά μου οὐσία  ἀνάμεσα στά δάχτυλά μου κι' όταν όλα τά υγρά  χυθούν – χωρίς φωνές – καταγῆς  μνήσκει μονάχα μέσα στὴν ἀπαλάμη μου — καί ζεῖ — ένα μικρό λουλούδι  ποῦ τὸ ζητοῦσα ἀπό παιδί καί πού μοῦ χαϊδεύει τό μέτωπο μέ τά λευκά του χέρια καί μοῦ μιλεῖ στοργικά καί μοῦ λέει γιά τά ὄνειρα πού