Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Καθ' ημέραν βίος

Οι άνθρωποι βιάζονται: έγνοιες, βιοτικές συνθήκες, όνειρα, συμβιβασμοί -
πού καιρός να γνωρίσουν την ζωή τους.
 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βουτιά

Κυκλοφορεί στο μυαλό σου Όπως τότε που βουτούσες στα βαθιά για να βγάλεις αχινούς Και δεν άκουγες τίποτα κάτω από το νερό Ήξερες μόνο ότι αυτός ο αχινός είναι για εκείνη    

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ

Στο ταβάνι σχήματα τριαντάφυλλα                                              καί σχήματα ἀράχνη τὰ φῶτα κίτρινα θαμπά σκοτεινά  μεγάλα ψάρια στούς πράσινους βαθμιούς τοίχους                                                              καρφωμένα αἷμα τρύπιες κουβέρτες καί σπασμένα τζάμια ή βροχή  καί ξάφνου μέσα στα χέρια μου τα μαλλιά της τό σῶμα της καί τ' ἀνοιχτό στόμα της  μακριά βαθιά πάνω στο βουνό Τό μυαλό μου κουρασμένο  κι ὁ ἀγέρας διάφανος σάν κρύσταλλο  ρολόγια πέφτουν ὁλοένα καί  σπάζουν πάνω στο πλακόστρωτο  σήμερα ὁ ἀγέρας δυνάμωσε ἀκόμη  ἀπ' τό παράθυρο βγῆκε ἕνα χέρι  μές στον καθρέφτη φάνηκε ἕν' ἄλλο χέρι ἔδερναν τά μεσάνυχτα μακριά ἀκουγόταν ἕνα βογκητό Ὅλα ὅσα βλέπω τὰ παράξενα σπίτια μοῦ θυμίζουν ἐσένα  ἡ νύχτα μοῦ θυμίζει ἐσένα ένα μικρό παιδί πού κλαίει μοῦ θυμίζει                                                             ἐσένα κι ὁ τάφος μοῦ θυμίζει ἐσένα τα ψάρια τά λουλούδια μοῦ θυμίζουν ἐσένα ὅλες οἱ φωτογραφίες ὅλα τά χρώματα ὅλα μοῦ θυμίζουν ἐσέ

Ο ΣΕΒΑΧ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ

tu autem eras interior intimo meo et superior summo meo ΙΕΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ *Εξαιολογήσειος Βιβλ. τρίτο, VI. I είν' ἡ ψυχή μου συχνά ένα σοκάκι στή Μύκονο  σὰν ἄρχει κατι νά βραδιάζη  καί πιάνουν οἱ γυναῖκες καί τοποθετούν ἐρωτικά χάμω στο δρόμο σε σχήματα γεωμετρικά μονάχοντα όλο μπλέ γυαλιά – μπλέ ποτήρια  μπλέ καράφες πόθους μπλέ βιολιά  λουλούδια  χαλίκια όλα  ἀπό μπλέ γυαλί – μακριά ἀπ' τόν ἥλιο  πάνω στό χώμα στο δρόμο  ἀπ' ὅπου πέρασ᾽ ὁ ἥλιος καί δέν πρόκειται – άλλωστε – νά ξαναπεράση πιά τότες εἶν᾿ ἀκριβῶς ἡ ὥρα  ὅπου κι᾽ ἐγώ περνῶ ἀπαλά τό χέρι  στή βάση τοῦ κρανίου μου  καί τό βυθίζω ἀπότομα  — βαθιά — μέσ' στο κεφάλι μου καί τραβῶ ἔξω το μυαλό μου καί στίβω ἤρεμα τή φαιά μου οὐσία  ἀνάμεσα στά δάχτυλά μου κι' όταν όλα τά υγρά  χυθούν – χωρίς φωνές – καταγῆς  μνήσκει μονάχα μέσα στὴν ἀπαλάμη μου — καί ζεῖ — ένα μικρό λουλούδι  ποῦ τὸ ζητοῦσα ἀπό παιδί καί πού μοῦ χαϊδεύει τό μέτωπο μέ τά λευκά του χέρια καί μοῦ μιλεῖ στοργικά καί μοῦ λέει γιά τά ὄνειρα πού